- παρατυγχάνοντι
- παρατυγχάνωhappen to be nearpres part act masc/neut dat sgπαρατυγχάνωhappen to be nearpres ind act 3rd pl (doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παρατυγχάνω — ΝΜΑ 1. παρευρίσκομαι τυχαία, συμβαίνει να είμαι παρών («παρατυχών τε τῷ λόγω καὶ δείσας μὴ ἀναγκασθῇ Ξέρξης», Ηρόδ.) 2. (η μτχ. αορ. β ) παρατυχών, ούσα, όν όποιος συνέπεσε να παρευρίσκεται, αυτός που παρουσιάστηκε πρώτος, ο τυχαίος, ο πρώτος… … Dictionary of Greek
παρατυγχάνοντ' — παρατυγχάνοντα , παρατυγχάνω happen to be near pres part act neut nom/voc/acc pl παρατυγχάνοντα , παρατυγχάνω happen to be near pres part act masc acc sg παρατυγχάνοντι , παρατυγχάνω happen to be near pres part act masc/neut dat sg παρατυγχάνοντι … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)